Ελεγεία για τα Εξάρχεια που έζησα κι έχασα…


Πάνε πολλά χρόνια από τότε. Ήμουν ένα παιδαρέλι που στην εφηβεία του αναζητούσε τη θέση του σε μία κοινωνία που έδειχνε να το θέλει στο περιθώριο.

Θα πρέπει να ήμουν 14ων ετών όταν για πρώτη φορά πάτησα το πόδι μου στα «πιθαράδικα». Στην πλατεία Εξαρχείων. Για όλους εμάς που ήμασταν μία ροκ γενιά, η πλατεία Εξαρχείων έμοιαζε με ένα ναό. Ένα μέρος όπου μπορούσαμε να βρεθούμε με άλλους, να μιλήσουμε, ν’ ακούσουμε, να φιλοσοφήσουμε, να αστειευτούμε. Ένα μέρος που μαζευόμασταν ροκάδες, μεταλλάδες και φρικιά, για να δώσουμε τη δική μας παράσταση – απόδραση απ’ όσα μας απασχολούσαν. Αναρχικοί, αριστεροί, εθνικιστές, όλοι εκεί. Χωρίς μίσος ο ένας για τον άλλο.

Και κάπου εκεί, στα παγκάκια της πλατείας, ένας αστείος τύπος με μούσι. Συνήθως περπατούσε καμπουριασμένος. Σκυφτός. Χαμένος στις σκέψεις του. Άλλοτε πάλι χαρούμενος. Η ψυχή της παρέας. Να παίζει με τον κόσμο και να τριγυρνάει τους δρόμους με ένα πλακάτ που έγραφε: «METAFURFURIES ΕΚΔΗΛΏΣΕΙΣ. ΕΛΆΤΕ ΜΑΖΊ ΜΑΣ ΜΙΑ ΒΌΛΤΑ. ΘΑ ΣΑΣ ΑΝΟΊΞΟΥΜΕ ΤΑ ΜΆΤΙΑ»…

Ναι! Ήταν ο Νικόλας ο Άσιμος. Τον είπανε τρελό. Τον έβαλαν στα ψυχιατρεία, τον μπούκωσαν με φάρμακα γιατί δεν μπορούσαν να δεχθούν ότι ο Άσιμος δεν ήταν τρελός. Ήταν ένας άνθρωπος που γεννήθηκε σε λάθος χρονολογία. Ένας άνθρωπος που γεννήθηκε σε λάθος κοινωνία. Αυτήν την κοινωνία που κοίταζε πώς θα βολευτεί στο Δημόσιο, πώς θα γλύψει πολιτικούς για ρουσφέτια και πώς θ’ αποκτήσει όλο και περισσότερα αγαθά. Μια κοινωνία που αδιαφορούσε για τον άνθρωπο και νοιαζόταν για τον εαυτό της.

(Νικόλας Άσιμος, «το φανάρι του Διογένη») Θα βρείτε τους στίχους στο τέλος του κειμένου.

Αυτό δεν άντεχε ο Άσιμος. Αυτό του τη «βίδωνε» και τον έκανε να τρελαίνεται. Τον μετέτρεψε σε έναν σύγχρονο Διογένη, που με την κιθάρα του προσπαθούσε να βρει άνθρωπο. Μέσα από τις αυτοσχέδιες παραστάσεις του, αναζητούσε να βρει τον εαυτό του. Ν’ αφυπνίσει τον αποχαυνωμένο από το βόλεμα και τα υλικά αγαθά άνθρωπο και να τον κάνει να γίνει ο εαυτός του. Όχι εκείνο το πιόνι που του επέβαλλαν.

Θυμάμαι που τον έβλεπα να κάνει «παλαβωμάρες» και να σταματά την κυκλοφορία. Και την επομένη να πίνει τον καφέ του και να συζητάει για φιλοσοφία.

Στο πρόσωπο του Άσιμου, έβλεπε κανείς αυτό που τότε ήταν τα Εξάρχεια: ένας τόπος φιλοσοφικής αναζήτησης και κοινωνικής αφύπνισης.

Ποιος δε θυμάται, από εμάς τους μεγαλύτερους τον Άσιμο και το Σιδηρόπουλο να πίνουν καφέ στα Εξάρχεια; Ποιος δε θυμάται το Δημήτρη Πουλικάκο να κόβει βόλτες ντίρλα; Ποιος δε θυμάται όλα εκείνα τ’ «αστέρια» της ελληνικής ροκ μουσικής στην πλατεία; Ήταν μία εποχή που έβλεπες συχνά πυκνά, εκτός από τον Άσιμο, το Σιδηρόπουλο και τον Πουλικάκο, να περνούν ο Μπονάτσος, ο Μπουλάς, ο Γιοκαρίνης, οι Κατσιμιχαίοι και τόσοι άλλοι. «Αστέρια» και κόσμος γινόταν ένα. Δεν ξεχώριζες.

Ώσπου ήρθε η εποχή που τα συμφέροντα μπήκαν στα Εξάρχεια. Η εποχή που ο Γιώργος Καραμπελιάς πέρασε την Αναρχία σε άλλο επίπεδο. Εκείνο του συντονισμένου τραμπουκισμού.

Ήρθε η εποχή που ο Μπονάτσος, ο Μπουλάς, ο Ζουγανέλης και οι άλλοι, παράτησαν τα DCV, τα μηχανάκια και τον ποδαρόδρομο, για να καβαλήσουν λιμουζίνες. Ήταν η εποχή που όλα γύρισαν τούμπα στα Εξάρχεια.

Κάποιος φίλος, θυμάμαι, μου είχε πει: «Η πουτ@ν@ η Άννα τον έφαγε το Νικόλα». Κι ο Νικόλας βρέθηκε απαγχονισμένος, λίγο πριν δικαστεί για βιασμό. Έναν βιασμό που κανένας δεν πίστεψε ότι είχε διαπράξει, γιατί ξέραμε το Νικόλα.

Ήταν η εποχή που ο Παύλος «βάρεσε» για να φύγει, μη αντέχοντας άλλο αυτό που έβλεπε.

Κακά τα ψέμματα. Κι οι δυο τους είχαν καταλάβει πού πήγαινε η όλη «φάση». Με τα τραγούδια τους είχαν προειδοποιήσει, ως σύγχρονοι προφήτες.

«Δουλειά σου είναι μούπανε να κρύβεις τα τρωτά
Των καθιερωμένων
Για να διατηρήσουμε τα οικονομικά
Των ευαρεστημένων.»

τραγουδούσε ο Νικόλας Άσιμος στο «μηχανισμό»…

«Φοβάσαι ότι θα `ρθει καταιγίδα και θα μας πνίξει όξινη βροχή,
βάλε σε γυάλα μέσα την πατρίδα και κρύψε την καλά μέσα στη γη.
Μήπως την ψάχνουν σαν την Ατλαντίδα αφού η Πανδώρα ανοίγει το κουτί;»

τραγουδούσε ο Παύλος Σιδηρόπουλος στο «ηλεκτρικός Θησέας»…

Ελάχιστοι κατάλαβαν το μήνυμά τους. Κι όσοι το κατάλαβαν, απομακρύνθηκαν από τα Εξάρχεια τρέχοντας και κλαίγοντας για ένα στέκι που είχε αλωθεί.

Όσοι δεν το κατάλαβαν, αδιαφόρησαν για το βάθος των στίχων κι έμειναν μαστουρωμένοι να λικνίζονται νομίζοντας ότι έτσι έκαναν επανάσταση.

Πλατεία Εξαρχείων 1968

Η δεκαετία του 1980, ήταν το κύκνειο άσμα των Εξαρχείων. Ήταν η εποχή που ξεκίνησε η καταστροφή του φιλοσοφικού ρεύματος. Εκείνου που έδινε πνοή στα Εξάρχεια. Ήταν η αρχή της βίας, του τραμπουκισμού και ασυδοσίας. Ήταν η εποχή όπου πέθανε η Αναρχία στην Ελλάδα.

Κι εκεί που μέσα από την παραγωγική συζήτηση και τη φιλοσοφική θεώρηση τα Εξάρχεια αναζητούσαν έναν καλύτερο κόσμο, εκεί ακριβώς άρχισε η διακίνηση της πρέζας και η κατασκευή των μολότοφ.

Εκεί που τα βιβλία είχαν την πρώτη θέση, εκεί πλέον άρχισαν να μοιράζονται προκηρύξεις.

Κι ύστερα, «μπήκαν στην πόλη οι οχτροί». Έφεραν δώρα. Έφεραν χρήματα. Με αντάλλαγμα τη δημιουργία ενός στρατού που θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα του Συστήματος. Πήραν εκείνα τα παιδιά που ήθελαν ένα καλύτερο κόσμο και τους γέμισαν το κεφάλι με μίσος. Το πλυντήριο εγκεφάλων δούλευε σχολαστικά.

(Παύλος Σιδηρόπουλος, «Υποκριθείτε») θα βρείτε τους στίχους του τραγουδιού στο τέλος του κειμένου

Και τι ζητάει η Νέα Τάξη;

Ζητάει να εγκαταστήσει μία παγκόσμια κυβέρνηση.

Και πώς θα το πετύχει αυτό;

Καταργώντας τα σύνορα και τα έθνη. Δηλαδή, ό,τι ακριβώς ζητάει η σημερινή «αναρχία»…

Τι άλλο ζητάει η Νέα Τάξη;

Μείωση της νοημοσύνης του πληθυσμού της Γης.

Και πώς θα το πετύχει αυτό;

Με το να αναμιγνύει πληθυσμό χαμηλής νοημοσύνης μαζί με πληθυσμό υψηλότερης νοημοσύνης, μέσα από τη λαθρομετανάστευση. Ό,τι ακριβώς ζητάει και η «αναρχία» σήμερα…

Ζητάει κάτι άλλο η Νέα Τάξη;

Ναι! Τον εξευτελισμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και υπόστασης.

Κι αυτό πώς το καταφέρνει;

Με το να βάζει άντρες και γυναίκες να ντύνονται αλλοπρόσαλλα και ν’ αρνούνται τη φύση τους. Ό,τι ακριβώς απαιτεί η «αναρχία» σήμερα…

Το να είναι κάποιος ομοφυλόφιλος, είναι αναφαίρετο δικαίωμά του. Δεν μπορεί κανείς να κάνει κουμάντο στο κρεββάτι του καθ’ ενός. Αλλά από αυτό ως εκείνο που «θαυμάζουμε» στα αποκαλούμενα «gay pride», υπάρχει μία απόσταση ετών φωτός.

Τα Εξάρχεια έγιναν το κέντρο εφαρμογής των σχεδίων της Νέας Τάξης. Της Νέας Τάξης που πολεμούσαν οι παλιοί Αναρχικοί και που αγκαλιάζουν οι σύγχρονοι «αναρχικοί», για 25€ την ημέρα.

Και χάθηκαν τα Εξάρχεια που ζήσαμε. Χάθηκε η ουσία της Αναρχίας. Χάθηκε το κέντρο «παραγωγής» σκεπτόμενων ανθρώπων, για να δώσει τη θέση του σε μία βιομηχανία παραγωγής δούλων.

Και εκτός των άλλων, κερδισμένο βγήκε το καρτέλ των Real Estate. Οι τιμές στα Εξάρχεια έπεσαν κατακόρυφα. Κι οι Κινέζοι αγόραζαν κατά ριπάς και κοψοχρονιά τον κόπο των Ελλήνων. Κι όταν ικανοποιήθηκε η ακόρεστη δίψα τους, τότε άρχισαν να διώχνουν τους «αναρχικούς» από τα Εξάρχεια. Για να γίνουν τα Εξάρχεια μία ελληνική China Town…


Στίχοι τραγουδιών:

Φανάρι του Διογένη (Νικόλας Άσιμος)

Είπα κι εγώ ν’ αλλάξω ζωή,
ν’ αρχίσω καινούργιο παιχνίδι
το `ξερα πριν κρατούσα γυμνή
κι αγνή την καρδιά στο λεπίδι
και δεν την είδα την πρώτη ελπίδα,
να γίνει σπέρμα, να σαρκωθεί.

Στο φανάρι του Διογένη
κάθεται ένας νιος και περιμένει
μην το γκρεμίσουν, κι ας τον νομίσουν φονιά
που `χει τόσο ευαίσθητη καρδιά.
Πια δε γυρνάνε τα χρόνια πίσω βοριά
νιε μου το φανάρι δεν ‘φελά.

Έτσι κι εγώ θα ψάξω να βρω
βουνίν, φορεσιάν και ντουφέτσι
με δίχως θυμόν και δίχως μιλιάν,
ταφήν να πληρώσω του κλέφτη
των δεσποτάδων, κυβερνητάδων,
χοντροτζεπάδων και δικαστών.

Άλλος μασάει, κι άλλος σωπαίνει
κι ο σκυφτός λαός να περιμένει
για τα δεσμά μας, δε φταίει πάντα η σκλαβιά,
μα η υποταγμένη μας καρδιά.
Μ’ ένα φανάρι ξαναγυρνάς τις νυχτιές
ψάχνεις γι’ ανυπόταχτες ματιές.


Υποκριθείτε (Παύλος Σιδηρόπουλος)

Υποκριθείτε σε κείνον που τιμά
σε κείνους που γεμίζουν τα κενά του σατανά
στην ύπαρξή σας

Υποκριθείτε στον φονιά που δεν μπορεί
ν’ αντέξει την επόμενη στιγμή
και κρίνει αλλιώς από την κρίση
τη δική σας

Σ’ αυτόν που κυνηγά το θάνατο χωρίς ιδανικά
γιατί μονάχα κυνηγώντας τον αισθάνεται πως ζει
και νιώθει ακόμη

Υποκριθείτε στους αντάρτες στα βουνά
που οι νόμοι σας δεν τους ανήκουν πια
και το πεδίο των μαχών τους
έγινε η πόλη

Στους αθώους που σκοτώνουν από πάθος
οι ιδέες ξαφνικά γίνονται αλήθεια
κι αν οι ιδέες μετατραπούν, έγινε λάθος

Υποκριθείτε στους αθώους από πάθος
Όχι άλλα είδωλα στα επικίνδυνα παιχνίδια

10 comments

  1. Το αγαπημένο μου στέκι στα Εξάρχεια ήταν το «Οινόφλυξ» στη Βαλτετσίου. Μιλάμε για περίοδο 1982-87. Πήγαινα και πρωί για καφέ και βότκες, αλλά και βράδια με φίλους για σφηνάκια τζακ ντάνιελς. Προγκρέσιβ ροκάκια, τζαζιές, και σούπερ σοουλιές τύπου War και Temptations. Ημιυπόγειο 3×8. To πρωί ήταν πιο ωραία, πιο κουλ, μερικοί έπαιζαν σκάκι. Εμένα μού έρεσε να πιάνω συζητήσεις με την Κατερίνα Γώγου που ερχόταν πολύ συχνά κι αυτή. Και ο Άσιμος έμπαινε μερικές φορές να πουλήσει κασέτες με ηχογραφήσεις του.
    Toυ Παύλου είδα 2-3 λάιβ, αλλά ευτυχώς.. μετά το θάνατό του.. το καλό underground rock στα λάιβ κλαμπάκια των Εξαρχείων, δεν σταμάτησε:
    https://www.youtube.com/watch?v=w6rx4F2VSbs
    Δεν θα τα ξεχάσω αυτά τα χρόνια.

    Μου αρέσει!

    • Είναι αξέχαστα χρόνια Κώστα! Για όσους τα ζήσαμε, είναι αξέχαστα.
      Υπάρχουν ακόμα 2-3 μαγαζιά που ακολουθούν τα παλιά, αλλά δυστυχώς είναι στο περιθώριο.
      Live του Παύλου δεν έχω δει να πω την αλήθεια. 😢
      Ναι! Θυμάμαι που ερχόταν στην πλατεία για να πουλήσει τις κασέτες. Έφτιαχνε κι αφίσες…

      Μου αρέσει!

  2. Υπέροχο άρθρο. ΕΎΓΕ.
    Καθώς το διάβαζα ταξίδεψα στην τότε εποχή που βέβαια ήμουν στο Δημοτικό. Επίσης μεγάλη φυσιογνωμία των Εξαρχείων η Κατερίνα Γώγου….»ποτέ δεν χτυπάνε στα πόδια. Στο μυαλό χτυπάνε….το νου σου….» Γνώριζαν και ήσαν πολύ μπροστά για την εποχή τους.

    Αρέσει σε 2 άτομα

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s