
γράφει ο Κωνσταντίνος Χολέβας, πολιτικός επιστήμων
«Ἡ πατρίς µου, ἀδελφοί, εἶναι ἡ Κύπρος, καί αὐτή νῆσος τῆς Ελλάδος. Ἀνεκδιήγητα εἶναι τά δεινά καί αἱ τυραννία ὅσας ὑποφέρει ἀπό τούς ἐχθρούς βαρβάρους ἡ δυστυχής αὕτη νῆσος. Λάβετε, λοιπόν, εὐσπλαχνίαν διά ἀθλίους ἀδελφούς καί ἐνεργήσατε εἰς τοῦτο διά τό ὁποῖον σᾶς παρακαλῶ, καθώς καί διά τήν ἐλευθερίαν της, καί θέλετε ἔχει τήν µέν ἀνταµοιβήν παρά Θεοῦ, τόν δέ ἔπαινον ἀπ’ ὅλην τήν Ελλάδα καί δι’ αἰῶνας εὐγνώονας τούς δυστυχεῖς Κυπρίους. Ο παντοδύναµος Θεός νά σᾶς ἐνδυναµώνῃ καί νά σᾶς δίδῃ τά τρόπαια κατά τῶν ἀγρίων ἐχθρῶν, ὅπως διά τιµήν τοῦ Γένους µας, ὁµογενεῖς, φίλτατοι, τό ὁποῖον θέλει παραδώσει τά ἔνδοξα ὀνόματά σας εἰς τῶν ἐπερχομένων γενεῶν τήν εὐλογίαν. Εἴθε, εἴθε, γένοιτο, Θεέ βασιλεῦ» !
Αὐτά ἔγραφε µεταξύ ἄλλων στίς 3 Ἰουλίου 1821 ὁ Κύπριος ἀγωνιστής Κυπριανός Θησεύς ἀπευθυνόµενος πρός τούς δηµογέροντες τῆς ἐπαναστατηµένης Ὕδρας καί πρός τόν Δηµήτριο Υψηλάντη. Ὁ
Κυπριανός ἦταν ἀδελφός δύο ἄλλων Κυπρίων ἀγωνιστῶν τοῦ 1821, τοῦ Νικολάου Θησέως καί τοῦ Ἀρχιµανδρίτου Θεοφίλου Θησέως, τά δέ λόγια του καταδεικνύουν τήν ἑλληνικότητα τῆς Κυπριακῆς ψυχῆς καί τόν Πανελλήνιο χαρακτῆρα τῆς Ἐθνεγερσίας.
Ἡ Κύπρος τήν ἐποχή ἐκείνη δέν µποροῦσε νά ἐξεγερθεῖ , διότι στίς κοντινές ἀκτές τῆς Συρίας, Τουρκίας καί Αἰγύπτου στρατοπέδευαν πολυάριθµα στίφη Ὀθωµανῶν στρατιωτῶν καί ἦταν ἄµεσος ὁ κίνδυνος σφαγῆς τοῦ πληθυσμοῦ σέ περίπτωση ἐπαναστατικοῦ κινήµατος. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κυπριανός συµφώνως πρός τά ἱστορικά δεδοµένα εἶχε ἀλληλογραφία µέ τόν Αλ. Ὑψηλάντη, ὅταν προετοιµαζόταν ἡ Ἐπανάσταση, καί ὁ ἴδιος, ὅπως καί ἄλλοι κληρικοί καί προύχοντες τῆς νήσου μυήθηκαν στήν Φιλική Ἑταιρία ἀπό µέλη της πού ἦλθαν στήν Κύπρο εἰδικά γι’ αὐτόν τόν σκοπό τό 1818. Μεταξύ αὐτῶν ἦσαν ὁ Στέργιος Χατζηκώστας ἤ Χατζηστέργιος καί ὁ Δηµήτριος Πατρός, πού µύησαν τόν Κυπριανό.
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κυπριανός ἐξήγησε στά µέλη τῆς Φιλικῆς Ἑταιρίας τούς λόγους γιά τούς ὁποίους ἡ Κύπρος δέν ἦταν δυνατόν νά ἐπαναστατήσει. Οἱ λόγοι αὐτοί θεωρήθηκαν σοβαροί καί ἔτσι ἡ µεγάλη Συνέλευση τῆς ἑταιρίας, ἡ ὁποία πραγµατοποιήθηκε τήν 1η Ὀκτωβρίου 1821 στό Ισµαήλιο ὑπό τήν προεδρία τοῦ Αλ. Ὑψηλάντη, ἀπεφάσισε ὅτι ἡ Κύπρος θά συµβάλει στόν Ἀγῶνα µόνον µέ χρηµατική βοήθεια.
Τά µέλη τῆς Φιλικῆς Ἑταιρίας πού ἦλθαν στήν Κύπρο δέν ἔμειναν στήν Ἀρχιεπισκοπή, ἀλλά στό κτίριο τῆς Ἑλληνικῆς Σχολῆς, τήν ὁποία ἵδρυσε τό 1812 ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κυπριανός. Ἦταν ἀκριβῶς ἀπέναντι ἀπό τήν Ἀρχιεπισκοπή, στόν χῶρο ακριβῶς πού βρίσκεται σήµερα τό Παγκύπριο Γυµνάσιο, καί ἐπικοινωνοῦσε µέ τήν Ἀρχιεπισκοπή µέ μιά ὑπόγεια σήραγγα. Παρά τά καθορισθέντα ὅτι ἡ Κύπρος θά προσέφερε στόν Ἀγῶνα µόνον χρήµατα, πολλοί Κύπριοι ἦλθαν κρυφά στήν Ἑλλάδα καί πότισαν µέ τό αἷµα τους τό δένδρο τῆς Ἐλευθερίας.
Μερικοί ἀπ’ αὐτούς ἔφυγαν µέ τόν Κανάρη, ὅταν ἐκεῖνος διαφεύγοντας από τήν Αἴγυπτο προσορµίσθηκε γιά ἀνεφοδιασµό σέ ἕνα µικρό λιµανάκι κοντά στήν Λάπηθο τῆς Βορείου Κύπρου. Τότε οἱ κάτοικοι τῆς κατεχόμενης σήμερα περιοχῆς προσέφεραν πολλά χρήµατα καί τρόφιµα στόν Ψαριανό πυρπολητή.
Μεταξύ τῶν Κυπρίων ἀγωνιστῶν πού ἔδρασαν στόν ἑλλαδικό χῶρο τό 1821 περιλαµβάνονται καί οἱ προαναφερθέντες τρεῖς ἀδελφοί µέ τό οἰκογενειακό ἐπίθετο Θησεύς. Μάλιστα ὁ Ἀρχιµανδρίτης Θεόφιλος Θησεύς ἔφθασε στόν βαθµό τοῦ ἀρχιστρατήγου τῶν ἐπαναστατῶν.
Σέ ἕνα κατάλογο πού ἑτοίµασε ὁ ἱστοριοδίφης Θάνος Βαγενᾶς περιλαµβάνονται ἐπίσης πολλά ὀνόµατα Κυπρίων ἐθελοντῶν πού πολέµησαν γιά τήν ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος. Σ’ αὐτούς συγκαταλέγονται ὁ Ἀβραάμ Θεοχάρης, ὁ Ἀντωνίου Μιχαήλ, ὁ Βασιλειάδης Χριστόδουλος, ὁ Γεωργίου Σπῦρος, ὁ Κυπραῖος Γεώργιος κ.ἄ. Ἐπίσης Γιάννης Πασαπόρτης πού ἔλαβε µέρος στήν ἡρωική Ἔξοδο τοῦ Μεσολογγίου ὁ Σολοµών Μάρκου πού πολέµησε στό πλευρό τοῦ Ναυάρχου Τοπάζη, ὁ Γεώργιος Κυπριώτης πού ἦταν µπουρλοτιέρης καί χάθηκε στή Ναυµαχία τοῦ Καφηρέως.
Πολλοί πού ἐπέζησαν τῶν αχῶν ἔµειναν στό ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς τους στήν Ἑλλάδα, ὅπως ὁ Σταυρινός πού ἔφθασε στόν βαθµό τοῦ ταγµατάρχου Χωροφυλακῆς. Ἐξ ἄλλου ο στρατηγός Μακρυγιάννης στά Ἀπονηµονεύατά του ἀναφέρει τό ὄνοµα ἑνός γενναίου Κυπρίου, τοῦ Μιχαήλ Κυπραίου, πού ἦταν κολυµβητής ταχυδρόµος, καί ἔπεσε στήν µάχη τῶν Μύλων, κοντά στό Ναύπλιο, τό 1825.
Οἱ ἐπαναστατικές προκηρύξεις πού µοίρασε στήν Λάρνακα ὁ Ἀρχιµανδρίτης Θεόφιλος Θησεύς τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1821 ἔπεσαν δυστυχῶς στά χέρια τῶν Τούρκων καί ὁ ξακουστός γιά τήν ἀγριότητα διοικητής τοῦ νησιοῦ Κιουτσούκ Μεχµέτ ἀπεφάσισε νά καταπνίξει βιαίως κάθε προσπάθεια ἐξεγέρσεως. Μέ δόλιο τρόπο κάλεσε στήν Λευκωσία, δῆθεν γιά κάποιες ἀνακοινώσεις, τούς Επισκόπους, τούς ἡγουµένους καί τούς προκρίτους τοῦ Κυπριακοῦ Ελληνισµοῦ. Ἐκεῖ ἀνεκοίνωσε ὅτι κατάδικάζονται ὅλοι σέ θάνατο καί οἱ περιουσίες τους δηµεύονται. Ἐκ τῶν 486 συλληφθέντων γλύτωσαν τόν θάνατο µόνο 40, οἱ ὁποῖοι δέχθηκαν νά ἀλλαξοπιστήσουν. Ἐπίσης ὁ Επίσκοπος Τριμυθοῦντος Σπυρίδων διέφυγε τήν σύλληψη µαζί µέ λίγους ἀκόµη προκρίτους, οἱ ὁποῖοι κατέφυγαν σέ προξενεῖα ξένων δυνάµεων στήν Λάρνακα.
Ἡ μεγάλη σφαγή ἄρχισε τήν 9η Ιουλίου στήν κεντρική πλατεῖα τῆς παλαιᾶς Λευκωσίας καί ὁλοκληρώθηκε µετά ἀπό πέντε ἡµέρες. Ἡ µαρτυρική Μεγαλόνησος Κύπρος πλήρωσε βαρύ φόρο αἵατος στόν κοινό ἀγῶνα τοῦ Γένους γιά τήν Ἐλευθερία, ὅπως συγκινητικά ἀφηγεῖται ὁ Κύπριος ποιητής Βασίλης Μιχαηλίδης στό περίφηµο ποίηµά του «ἡ 9η Ἰουλίου 1821 ἐν Λευκωσίᾳ Κύπρου» .
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κυπριανός τίµησε τό ράσο του ὡς πραγµατικός Ἐθνάρχης. Ἀρνήθηκε τίς προτάσεις φίλων Τούρκων νά τόν φυγαδεύσουν καί μίλησε µέ παρρησία στόν αἱµοβόρο Κιουτσούκ Μεχµέτ.. «Ἡ Ρωµηοσύνη ἔν φυλή συνότζιαιρη (συνοµήλικη) τοῦ κόσµου κανένας δέν εὑρέθηκε γιά νά τήν ἰξιλείψη (ἐξαφανίσει) γιατί σιέπει την (προστατεύει) πού τἄψη ὁ Θεός µου ἡ Ρωµηοσύνη ἐν νά χαθῆ ὅντας ὁ κόσµος λείψη «!
Ὁ Κυπριανός καί ὁ διάκονός του Μελέτιος κρεµάσθηκαν στήν πλατεῖα τοῦ Σεραγιοῦ. Οἱ Μητροπολίτες Πάφου Χρύσανθος, Κιτίου Μελέτιος καί Κυρηνείας Λαυρέντιος ἀποκεφαλίσθηκαν. Στήν συνέχεια ἐθανατώθησαν οἱ ὑπόλοιποι κληρικοί καί λαϊκοί πρόκριτοι. Τά λείψανα τῶν φονευθέντων κληρικῶν βρίσκονται σήµερα θαµένα σέ εἰδικό µνηµεῖο µπροστά στό Ναό τῆς Φανερωµένης στήν Λευκωσία.
Θά ἦταν παράλειψη ἄν δέν ἀναφερόµασταν καί στήν ἀγωνιστική µορφή τοῦ Κυπρίου Φιλικοῦ Χαραλάµπους Μάλη, ὁ ὁποῖος διετέλεσε γραμματεύς Πατριάρχου Ἀντιοχείας Ἀνθείου καί ἀργότερα δάσκαλος στήν Κωνσταντινούπολη. Ὁ Μάλης κατέβαλε µεγάλες προσπάθειες γιά νά πείσει τήν Κυβέρνηση τῶν ἐπαναστατηµένων Ἑλλήνων νά ἀναλάβει ἐκστρατεία γιά ἀπελευθέρωση τῆς Κύπρου. Μάλιστα τόν Μάρτιο τοῦ 182 διορίσθηκε Γενικός Γραµατεύς τοῦ Ὑπουργείου Θρησκείας τῆς Κυβερνήσεως αὐτῆς. Τό 1825 πρότεινε στόν Ἀλ. Μαυροκορδάτο νά ὀργανωθεῖ ἐξέγερση τῶν Ἑλλήνων Κυπρίων καί τῶν Ἀράβων κατοίκων τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, στούς ὁποίους διέκρινε ἔντονα ἀντιτουρκικά αἰσθήµατα. Τό ἐπιχείρηµά του ἦταν ὅτι ἔτσι οἱ ἐπαναστατηµένοι Ἕλληνες θά προκαλοῦσαν σοβαρό ἀντιπερισπασµό στίς δυνάµεις τοῦ Τούρκου Σουλτάνου. Ὁ Μαυροκορδάτος ἔστειλε τόν Μάλη μαζί µέ δύο ὁπλαρχηγούς γιά νά συζητήσουν τό θέµα µέ τούς Ὀρθοδόξους ἐκλησιαστικούς ἡγέτες τοῦ Λιβάνου καί τῆς Συρίας. Τά πορίσματα τῆς ἐπιτόπιας ἔρευνας δέν ἦσαν καθόλου ἐνθαρρυντικά καί τελικά τό σχέδιο ναυάγησε.
Τελειώνοντας θά ἦταν ἱστορική ἀδικία ἄν δέν τονίζαµε καί τήν θυσία πολλῶν ἄλλων Κυπρίων µαχητῶν κατά τόν ἀγῶνα τοῦ 1821 -1828, τῶν ὁποίων τά ὀνόµατα δέν εἶναι γνωστά. Μόνο στήν ἄτυχη µάχη τῶν Ἀθηνῶν τό 1827 ἑκατόν τριάντα παιδιά τῆς Κύπρου ἔδωσαν τήν ζωή τους γιά τόν κοινό Ἀγῶνα καί γιά τήν Ἐλευθερία τοῦ Ἑλληνισµοῦ. Τό ἴδιο ἔπραξαν οἱ Ἕλληνες Κύπριοι στούς Βαλκανικούς Πολέµους τό 1912 -13, καί στόν Αὐτονοµιακό Ἀγῶνα τῆς Βορείου Ἠπείρου τό 1914 καί στήν ἐπική ἐξόρµηση τοῦ 1940. Τό αἷμα ὅλων αὐτῶν χύθηκε ὑπέρ Ὀρθοδοξίας Ἑλληνισµοῦ. Ἀλλά ἡ θυσία τους θά δικαιωθεῖ οὐσιαστικά µόνον ὅταν ὁ Ἑλληνισµός τῆς Κύπρου κατορθώσει νά ζήσει πραγµατικά ἐλεύθερος, ἀπηλλαγµένος ἀπό στρατιωτικές κατοχές καί ἀπό ἐπαχθεῖς πολιτικές καί πνευµατικές ἐξαρτήσεις.
πηγή e-istoria.com
Το είδαμε στο: Διόδοτος